» πότε είμαστε ό,τι είμαστε στ’ άλήθεια ;
και μόνοι μας έντέλει είμαστε πάντα
μονάχα ένα κενό, μιά ζάλη, σ’ έναν
καθρέφτη μορφασμοί, ναυτία καί τρόμος.
δέν είν’ ποτέ ή ζωή δική μας, είναι
άλλων, δέν είναι κανενός, όλοι είμαστε
ή ζωή – ψωμί τού ήλιου γιά τούς άλλους,
όλους τούς άλλους πού είμαστε οί ίδιοι – ,
είμαι ένας ‘αλλος όταν είμαι, οί πράξεις μου
είν’ πιό δικές μου όταν άνήκουν σ’ όλους,
γιά νά ‘μαι έγώ, πρέπει νά είμαι άλλος,
νά βγώ άπ’ τό έγώ, νά μέ ζητήσω σ’ άλλους,
τούς άλλους πού δέν είναι άν δέν ύπάρχω,
τούς άλλους πού πληρούν τήν ύπαρξή μου,
είμαι δέν έχει ή, εγώ, έμείς μονάχα,
πάντα ή ζωή είναι άλλη, αλλού, πιό πέρα,
πέρ’ άπό έσένα ή, έμένα, πάντα όρίζοντας,
ζωή πού μάς ποθεί καί μάς διχάζει,
μάς δίνει πρόσωπο καί τό τσακιζει,
πείνα τού είναι, ώ θάνατε, ψωμί όλων.
Μαρία, Έλοίζα, Περσεφόνη,
τό πρόσωπό σου δείξε μου έπιτέλους
νά δώ στ’ άλήθεια τή μορφή μου, έκείνη
τού άλλου, τό πρόσωπό μου τό δικό μας
καί τών όλων….»
Filed under: ποίηση |
Reblogged this on Αέναη κίνηση.