“ΠΟΛΗ από χαρτί;” θα ρωτήσετε. Ναι, δεν είναι όμως πραγματική πόλη αλλά μακέτα. Πρόκειται για την Πράγα, την πρωτεύουσα της Τσεχίας, και η μακέτα φυλάσσεται στο Δημοτικό Μουσείο της Πράγας. Δημιουργός του έργου ήταν ο Άντονιν Λάνγκβαϊλ, ο οποίος αφιέρωσε σε αυτό 11 συναπτά έτη, από το 1826 ως το 1837, τη χρονιά που πέθανε. Πώς αποφάσισε να καταπιαστεί με ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα;
Ο Λάνγκβαϊλ γεννήθηκε το 1791 στο Πόστολοπρτι, στη σημερινή Τσεχία. Αφού σπούδασε λιθογραφία στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στη Βιέννη, άνοιξε το πρώτο εργαστήρι λιθογραφίας στην Πράγα. Ήταν καλός λιθογράφος αλλά όχι και επιχειρηματίας, και έτσι η επιχείρησή του είχε άδοξο τέλος. Το 1826, σε μια έκθεση στην Πράγα, πρόσεξε μια γύψινη μακέτα της πόλης του Παρισιού. Γοητευμένος από αυτό που είδε, αποφάσισε να κατασκευάσει μια μακέτα της Πράγας χρησιμοποιώντας χαρτόνι και λίγο ξύλο.
Πριν ξεκινήσει, όμως, αφιέρωσε πολλά χρόνια καταγράφοντας σχολαστικά και την παραμικρή λεπτομέρεια της Πράγας. Περπάτησε κάθε δρόμο της, φτιάχνοντας σκίτσα και επισημαίνοντας κτίρια, παγκάκια, υπόστεγα, αγάλματα και δέντρα στις ακριβείς τους θέσεις. Δεν παρέλειψε ούτε τα βαρέλια που είδε καταγής, τα σπασμένα παράθυρα, μια σκάλα ακουμπισμένη σε έναν τοίχο και τις στοίβες με τα ξύλα! Έπειτα από όλη αυτή την προεργασία, άρχισε να «χτίζει» την πόλη του σε κλίμακα 1:480. Για να συμπληρώνει το πενιχρό του εισόδημα, έφτιαχνε επίσης μακέτες σπιτιών διαφόρων ευγενών.
Το 1837, προσβλήθηκε από φυματίωση και πέθανε τον Ιούνιο του ίδιου έτους, αφήνοντας πίσω γυναίκα και πέντε κόρες. Έπειτα από τρία χρόνια, η μακέτα του βρήκε στέγη στο Πατριωτικό Μουσείο, που τώρα λέγεται Εθνικό Μουσείο. Αλλά πώς έφτασε εκεί; Το 1840, η χήρα του Λάνγκβαϊλ πρότεινε να την πουλήσει στον Αυτοκράτορα Φερδινάνδο Α΄, ο οποίος την αγόρασε και με μια γενναιόδωρη κίνηση τη δώρισε στο σημερινό εθνικό μουσείο της Τσεχίας. Χρειάστηκαν εννιά κιβώτια για να μεταφερθεί η μακέτα εκεί. Αργότερα, ένας εκπρόσωπος του Μουσείου Πόλης της Πράγας, όπου φυλάσσεται τώρα η μακέτα, δήλωσε: «Η μακέτα του Λάνγκβαϊλ εκτιθόταν στο κοινό μόνο περιστασιακά κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Το 1891, ήταν ένα από τα εκθέματα της Επετειακής Επαρχιακής Έκθεσης. Για εκείνη την περίσταση υποβλήθηκε σε δαπανηρές επισκευές . . . Το 1905, ενσωματώθηκε στη μόνιμη έκθεση του Λαπιντάριουμ του Εθνικού Μουσείου».
Πόλος Έλξης για τους Ιστορικούς
Η χάρτινη μακέτα του Λάνγκβαϊλ εξακολουθεί να κερδίζει το θαυμασμό. Έχει διαστάσεις 5,76 επί 3,24 μέτρα και είναι σφραγισμένη σε μια γυάλινη προθήκη. Πλήθος από μικροσκοπικά φωτάκια στο εσωτερικό της προθήκης τη λούζουν με φως. Η «πόλη» φαντάζει τόσο αληθινή ώστε πρέπει να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου ότι αυτό που κοιτάζεις είναι μακέτα! Το αποτέλεσμα μαρτυρεί τη σχολαστική ακρίβεια με την οποία ο Λάνγκβαϊλ έφτιαξε την καθεμιά από τις δύο χιλιάδες και πλέον μινιατούρες κτιρίων.
Για παράδειγμα, ο Λάνγκβαϊλ αρίθμησε τα κτίρια ένα ένα. Έφτιαξε επίσης λιθόστρωτους δρόμους στους οποίους πρόσθεσε ρείθρα και λάμπες. Αναπαρήγαγε δε με κάθε λεπτομέρεια τις εκκλησίες με τα βιτρό τους—αποτυπώνοντας ακόμα και τα κομματάκια που έλειπαν ή είχαν σπάσει. Σε κτίρια όπου ο σοβάς είχε ξεφτίσει, φρόντισε να φαίνονται τα τούβλα από κάτω. Από το σκηνικό δεν λείπει και ο ποταμός Βλτάβα που διαρρέει την Πράγα.
Σήμερα, η χάρτινη μακέτα του Λάνγκβαϊλ δεν είναι μόνο ένα ενδιαφέρον μουσειακό έκθεμα αλλά και πόλος έλξης για φιλότεχνους και για ιστορικούς που θέλουν να δουν πώς άλλαξε η Πράγα με το πέρασμα του χρόνου. Όπως είναι λογικό, υπάρχουν κομμάτια της μακέτας που διαφέρουν από τη σημερινή Πράγα λόγω της ανοικοδόμησης ή της ανακαίνισης κάποιων κτιρίων, ιδίως στην εβραϊκή συνοικία και στην Παλιά Πόλη. Χάρη στη σύγχρονη τεχνολογία, η μακέτα έχει τώρα ψηφιοποιηθεί, δίνοντας στους επισκέπτες την ευκαιρία να μεταφερθούν στην Πράγα του 1837 μέσω ενός διαδραστικού ηλεκτρονικού προγράμματος.
Τον Απρίλιο του 1837, ο καταπονημένος από την αρρώστια Λάνγκβαϊλ ζήτησε να τοποθετηθεί η μακέτα του στο τότε Πατριωτικό Μουσείο. Προς μεγάλη του απογοήτευση, όμως, η απάντηση ήταν αρνητική. Φανταστείτε να μπορούσε να επισκεφτεί το μουσείο σήμερα ή να «σεργιανίσει» στην αγαπημένη του Πράγα μέσα από την οθόνη ενός κομπιούτερ. Αναμφίβολα θα ένιωθε ότι οι κόποι του δεν πήγαν χαμένοι.
Filed under: ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ ... ΟΧΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ,ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ,ΤΑΞΙΔΙΑ,ΤΕΧΝΕΣ |
Σχολιάστε